13:57




Η πριγκίπισσα περίμενε. Για χρόνια. Πολλά χρόνια.
Της είχαν πει πως θα έρθει να τη βρει.
Πάνω σ’ ένα άσπρο άλογο. Ο ένας. Μοναδικά πλασμένος για ‘κείνη.
Και αυτή, προικισμένη με υπομονή ήλπιζε να έρθει γρήγορα το πλήρωμα του χρόνου.
Το ήθελε τόσο που θα μπορούσε για χίλιες ζωές να περιμένει.

Περνούσαν ώρες. Ημέρες. Μήνες. Τίποτα δεν ερχόταν.
Κάθε μέρα ντυνόταν με το καλύτερό της φόρεμα.
Χτενιζόταν. Έβαζε το πιο σαγηνευτικό της άρωμα. Περίμενε.
Γυάλιζε τα ήδη λουστραρισμένα της γοβάκια.
Έφτιαχνε τα ήδη φτιαγμένα της μαλλιά. Και περίμενε.
Κοιτούσε έξω απ’ το παράθυρο. Ξεγελούσε το χρόνο.
Και κάθε βράδυ, προτού κλείσει τα μάτια της έλεγε: «ίσως αύριο..»

Αυτή η ιστορία δεν είχε τελειωμό. Η παραμυθένια ιστορία της. Ατέλειωτη.
Όλοι οι άλλοι πρίγκιπες είχαν βρεθεί. Μόνο ο δικός της έλειπε.
Οι γύρω της έπαψαν να της λένε λόγια. Στέρεψαν οι δικαιολογίες.
Δεν ήταν πια νωρίς. Δεν ήταν πια μικρή. Δεν είχε άλλες αντοχές να περιμένει.
Ήταν απλό. Θα έγινε κάποιο λάθος.
Μάλλον το παραμύθι της ήταν δανεικό. Ή κλεμμένο. Ή απλά ξένο. Ανύπαρκτο. Ψεύτικο.
Όλη η ζωή της: πίστη σ’ ένα όνειρο που όλοι ήξεραν πως δεν θα έρθει.
Δεν θα έρθει επειδή δεν υπάρχει. Τίποτα τέτοιο δεν υπάρχει.
Κάθε μέρα ετοιμαζόταν και κάθε μέρα περίμενε. Μάταια.
Μα δεν της το έλεγαν για να μην πληγωθεί. Να μην προσγειωθεί. Ακόμα.
Πόσος ουρανός τελικά? Πόσα σύννεφα ροζ? Και όλα αυτά να μας κάνουν πιο τυφλούς..
Ένα πρωί η πριγκίπισσα ξύπνησε απο εκείνο το βαθύ ύπνο. Επιτέλους.
Ποιος της είπε να περιμένει εξαρχής? Γιατί τον άκουσε?
Τόσο καιρό είχε βρει ένα άλλοθι για να επαναπαύεται.
Λες και ο κόσμος αυτός έχει αρτιότητες.Όλοι μισά κομμάτια ψάχνουμε. Ενώνουμε. Μόνο έτσι φτιάχνει κανείς ωραίες εικόνες. Συνθέτοντας.
Κι αν εθελοτυφλούσαμε?Κι αφήναμε πίσω όμορφα πράγματα μόνο και μόνο επειδή περιμέναμε
κάτι παραπάνω? Πάντα κάτι παραπάνω.

Μα αν δίναμε μερικές ευκαιρίες? Μια στο τόσο?
Να γνωρίσουμε λίγο παραπάνω κάποιους ανθρώπους?
Κι ας μην ακτινοβολούσαν εξαρχής.. Τότε μπορεί αλήθεια να υπήρχε παραμύθι..

Περιμένοντας τον πρίγκιπα, η κοπέλα δεν πρόσεξε αρκετά τον νεαρό που κάθε μέρα της γυάλιζε τα γοβάκια.
Ήταν πάντοτε εκεί. Να συζητά μαζί της. Αληθινός. Καλός.
Να αξίζει όσο δέκα πρίγκιπες μαζί. Μόνο που δεν είχε άλογο.
Ήταν ντυμένος με μια μετριότητα κατάσαρκα.
Μα η μετριότητα αυτή μπροστά στα κατάλληλα μάτια άλλαζε μορφή. Μέρα με τη μέρα γινόταν το τέλειο.
Όλο και πιο κοντά. Τόσο καιρό τον είχε δίπλα της. Υπαρκτό.
Δεν αξίζει μια ευκαιρία λοιπόν? Ποιος μας έμαθε να περιμένουμε τα τέλεια?
Κι αν εμείς τα κάνουμε τέλεια? Με το κατάλληλο βλέμμα. Με τον καιρό. Αν?

Μετά απο αιώνια αναμονή, ένα πράγμα έμαθα:
Δεν αξίζει να αφήνεις, ούτε ν' αφήνεσαι στους καιρούς και τη μοίρα
Πως μπορώ μετά απ' όλα αυτά να αρνηθώ μια ευκαιρία μονάχα?Όχι τόσο για σένα,αλλά για μένα αυτή τη φορά.
Δεν μπορώ πια να διαλέγω αναμονή αιώνια. Την είδα. Την χόρτασα. Την διώχνω.




To άρθρο αυτό είναι πνευματική ιδιοκτησία του blog  “Άρωμα Έρωτα” . Απαγορεύεται η αντιγραφή, η δημοσίευση, η αναπαραγωγή ή η μετάδοση του, από οποιονδήποτε και με οποιοδήποτε μέσο χωρίς την αναγραφή της πηγής. Copyright  Άρωμα Έρωτα® All rights reserved

You Might Also Like

2 comments

  1. Πω Αφροδιτη θεααα ητν τελειοοο

    ReplyDelete
    Replies
    1. Ηρώ μου <3 Σε ευχαριστώω <3

      Delete